Μήνυμα τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Χρυσοστόμου περὶ Μετανοίας γιὰ τὴν Ε' Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν
Μήνυμα τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Χρυσοστόμου περὶ Μετανοίας γιὰ τὴν Ε' Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν

Με την Βάπτισή του ο άνθρωπος καθίσταται Ναός Θεού, ενδύεται χιτώνα φωτεινό, τον χιτώνα της αγιότητας, και ξεκινά να βαδίζει την στενή και τεθλιμμένη οδό της εν Χριστώ ζωής με έναν σκοπό∙ να φθάσει στο τέρμα, εκεί όπου τον περιμένει ο Χριστός για να τον εισάγει στην Βασιλεία Του. Στην πορεία, ο Χριστιανός βλέπει και άλλους δύο δρόμους, ευρύχωρους και βατούς. Στον έναν οι άνθρωποι παίζουν, χορεύουν και γελούν αμέριμνοι, καθώς δεν έχουν να αγωνισθούν για κάποιον αληθινό σκοπό στη ζωή τους, ενώ στον άλλο οι άνθρωποι καθισμένοι σε πολυτελή άμαξα κρατούν μαστίγιο και φαίνεται να προσπαθούν να εξουθενώσουν τους συνανθρώπους τους καταλογίζοντάς τους όλες τις ευθύνες για κάθε πρόβλημα που τυχόν ανακύπτει. Οι δύο αυτοί δρόμοι συμβολίζουν τα αντίθετα άκρα της ακολασίας και της κατάκρισης και αμφότεροι οδηγούν στον θάνατο πριν από τον θάνατο. Ο Χριστιανός που επιθυμεί να πετύχει τον σκοπό του, οφείλει να μην κοιτάει ούτε δεξιά, ούτε αριστερά, μήπως συμβεί και παρασυρθεί. Ωστόσο, σε ορισμένες στιγμές της ζωής του, ενδέχεται να καταβληθεί από την κόπωση της τραχείας οδού, με αποτέλεσμα να επιλέξει κάποιον άλλο δρόμο, ξεχνώντας ότι ο Κύριος τον περιμένει στο τέρμα. Εκεί, η ευκολία και η αμεριμνησία αρχικά τον ενθουσιάζουν. Λίγο αργότερα, όμως, ο αμαρτωλός πια άνθρωπος συνειδητοποιεί το κενό της ψυχής του. Ο χιτώνας του έχει λερωθεί και οι σύμμαχοι που τον στήριζαν στο ταξίδι για τον Παράδεισο τον έχουν εγκαταλείψει, επειδή στην πραγματικότητα εκείνος το επέλεξε. Συναισθάνεται τότε την πτώση του και πικραμένος αναζητεί λύση. Θυμάται τον άσωτο της παραβολής και αποφασίζει να ακολουθήσει το παράδειγμά του, το παράδειγμα της Μετανοίας.


