«193 χρόνια ἀπὸ τὴ δολοφονία τοῦ “Ἁγίου τῆς πολιτικῆς”, Ἰωάννη Καποδίστρια», τοῦ Σεβ. Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου

«Δίκαιοι εἰς τὸν αἰῶνα ζῶσι καὶ ἐν Κυρίῳ ὁ μισθὸς αὐτῶν». Τοῦτα τὰ λόγια εἶχε βαθιὰ χαραγμένα στὴν ἁγνὴ καρδιά του ὁ πρῶτος Κυβερνήτης αὐτοῦ τοῦ πληγωμένου τόπου, τῆς γλυκιᾶς μας Πατρίδας· ἐκεῖνος ποὺ στὴ συνείδηση τοῦ εὐλογημένου μας λαοῦ κατέκτησε κορυφαία θέση, ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας.
Οἱ γραμμὲς αὐτὲς ἀποτελοῦν ἕναν ἐλάχιστο φόρο τιμῆς στὴν ἱερὴ μνήμη του. Συνιστοῦν, ἁπλῶς, μία μικρὴ κατάθεση καρδιᾶς γιὰ τὸν μεγάλο αὐτὸν ἄνδρα.
Ἀπὸ τὰ βρεφικά του ἔτη, ὁ Ἰωάννης ποτίσθηκε μὲ τὰ ζωήρυτα νάματα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως και αναδείχθηκε δένδρον εὔκαρπον, ἄμπελος εὐκληματοῦσα.
Γόνος πολύτεκνης, πλούσιας οἰκογένειας, ἔμαθε νὰ ζεῖ τὴν ζωή του μὲ τὴν δικαιοσύνη ποὺ μᾶς δίδαξε ὁ νοητὸς Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, Χριστός. Ἤθελε ὅλοι νὰ μετέχουν τῶν ἀγαθῶν καὶ ἡ ἔννοια τοῦ ἀτομισμοῦ ἦταν κάτι ὄχι ἁπλῶς ξένο γιὰ αὐτόν, ἀλλὰ κάτι ἀπόλυτα ἀποκρουστικὸ καὶ μισητό. Ἄσκησε τὴν ἰατρικὴ ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὸ παράδειγμα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων. Δὲν ζήτησε «φακελάκια». Ἀντιθέτως, πολλὲς φορὲς ἅπλωσε τὸ χέρι τῆς ἐλεημοσύνης γιὰ νὰ προσφέρει βοήθεια στοὺς ἀναγκεμένους ἀδελφούς. Ἀκόμη καὶ ὅταν ἔφθασε στὸ ὕπατο ἀξίωμα τῆς Ἑλλάδας, γενόμενος πρῶτος Κυβερνήτης τοῦ νεοσύστατου Ἑλληνικοῦ Κράτους, ἄσκησε τὴν πολιτικὴ ἀφιλοκερδῶς καὶ τὸ ἴδιο ἐπιζητοῦσε ἀπὸ τοὺς στενούς του συνεργάτες. Ἤλπιζε νὰ λάβει ἀπὸ τὸν Κύριο τὸν μισθό του.